Παρασκευή

Η χαρά του θανάτου σου

Εδώ όσο κι αν ανοιχτείς Μαζί με τα φανερά Απ’ τον ήχο Τη χαρά του θανάτου σου Δεν θα σε ανιχνεύσουν ποτέ Ενώ από δω όλοι περνούν Εδώ όλοι οι κάτοικοι είμαι εγώ Σφράγισε τα μάτια σου Πέθανε χωρίς το ψέμα Πέθανε αντίθετα απ’ το ψέμα Και η παρέα του εαυτού σου τόσο σκληρή είναι Και τι ανεξήγητο αυτό το μίσος Η απουσία βρίσκεται έξω σπό την κενή έννοια Η απουσία είναι λερωμένη Κι όσο μεγάλο κι αν είναι το έξω Το τίποτα έξω δε χωράει Πες στους άλλους Δεν θέλω να ξέρω απ΄τη χαρά Και αγνόησε τη μετρημένη λύπη Την περιορισμένη ταραχή σου Σιώπησε είναι το μίσος σε ότι δεν ψάχνω Σιώπησε είναι η σκλαβιά Και στάσου Κλείστα μάτια Αναίσθητα Πόσο μοιάζει ο ένας με τον ίδιον Και κλείστα μάτια Ασυνείδητα Ατόνησε Και άραξε Μόλυνε το σκότος σου απ’ την τυχαία ξηρασία Αρνήσου ότι πας με βαριεστημάρα για άγνοια Και σκλάβωνε κάθε άπειρο του ορατού δαμαστή Δεν θα φερθεί καλά στα τέρατα Γιατί από δαμαστής θα μεταμορφωθεί σε μολυσμένο τέρας Και θα σταματάει ξεχνώντας το ψέμα Κι ό,τι κι αν δεν κάνει ποτέ δε θα σ΄αγαπά Ακόμα κι αν δεν προσπαθήσεις καθόλου να κρατήσεις την ανιδεότητα σου απ’ την αγάπη Γιατί δεν είσαι κανένα χωρίς τιπότα ίδιο Και σε αμελεί Πώς να μην βρεθείς αν δεν το ήθελες μετά Πώς αν η νιρβάνα σου είναι τόσο ρευστή Και τόσο δειλή Και τόσο αδύνατη Και ταπεινώνεται απ΄το τίποτα Σέβεται τους πάντες Κι εκείνα έμαθαν Έψαξαν να συναντήσουν την αδυναμία τους Για να ειρηνεύσουν δειλά Δίχως κατανόηση Δίχως ξεδίψασμα για ερημιά Ξεδίψασμα για ρουτίνα Για μη πράγματα που ενώ δεν φαίνονται διαφορετικά Ποτέ δε μοιάζουν Σε κανένα σάλεμα του κενού Της λησμονιάς Του άδειου παρελθόντος Του άδειου νοήματος του λανθασμένου που έχει είπωθεί Μα δεν την αισθάνθηκαν φαντάσματα και φαντάσματα Από πουθενα κι αν δεν φαίνονται Δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβεις ................................................................................................
Αντιστρέφοντας το ποίημα σου αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος της αισιοδοξίας του Με ρωτάει η αγάπη μου τι γράφεις ποιήμα ? Ναι όχι της απαντώ ένα αντιποίημα - Είναι πειραματική παράλλαγή ενός ψυχολογικού τρικ που διάβασα τελευταία Φόρα το κράνος σου Εκανα κάτι αντικαθρεφτισμούς σε μερικές φωτογραφίες Ξέρεις τό ‘ να φέρνει τ’ άλλο κτλ Από κει περνάει μια σκαντζούρα Πιο πέρα η ανηφοριά οδηγεί στης μαμάς μου Σε βλέπω να καβαλικέυεις πάνω σε μία μπλούζα Από δω το στήθος σου κρατάει ένα λυχνάρι Χαιρετισμούς από τη μικροκοσμική νύχτα που το διάστημα της φωτίζουν λαμπατέρ και φωτιστικά ως άλλα παλσάρ και σουπερνόβες Και το ξέρεις όσο αρνείσαι να βγείς απ΄το καλειδοσκόπιο θα σε ροκανίζουν τα χρώματα για να σε σπέρνουν στο φώς ώστε τίποτα να μην πάει χαμμένο Κτλ κτλ Α Κτλ κτλ

2 σχόλια:

george είπε...

Αλαφροίσκιωτοι είναι οι επισκέπτες μου

Kallioph είπε...

Από πουθενα κι αν δεν φαίνονται Δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβεις

Χαχαχαχα

Ωραίο το αντιποίημα George :)