Παρασκευή

Η γαλέρα που διασχίζει το φθινόπωρο

Τα δέντρα τέτοια εποχή αποδημούν

Ξεγλιστρούν τις ρίζες τους μέσα απ΄το νοτισμένο χώμα

Και σπρώχνωντας με τα κλαριά τους

Το καθένα χωριστά η σε συστάδες την κάνουν βιαστικά

Προς τα τρεχούμενα σύννεφα, της νύχτας, το κρύο φεγγάρι

Κι εν τέλει το εξώτερο διάστημα

Έπειτα μένουν οι πληγές στη γη

Που επουλώνονται από το φθινοπωρινό στρώμα φύλλων

Τα κοπάδια των μελισσιών και των προβάτων

Που ησυχάζουν στο αυξανόμενο χορτάρι του βοσκότοπου

Και τα γέλια των χωριατόπαιδων που απομακρύνονται

Κατά μήκος των γραμμών του τραίνου

Ακολουθώντας τις φιλοδοξίες τους

Οι κερασιές οι βελανιδές οι καρυδιές

Όλα τα φυλλοβόλα δέντρα αποδημούν

Οι καρποί ωστόσο μένουν πίσω

Επιπλέουν στο υγρό σεληνόφως

Και περιστρεφόμενοι λαμπυρίζουν

Από ένστικτο πιστοί και υποταγμένοι

Συνεπείς στις αιώνιες τροχιές τους

Όπως και στ’ όνειρο που ‘χα δει μικρός

Έτσι οι αγνοί μπορούν και ψαρεύουν

Τα καρύδια ή τα κάστανα με τις απόχες τους

Κουρδίζοντας τους θριάμβους ολάκερων ορδών καλοπροαίρετων σκιών

Που ξυπνούν στην εξοχή αυτές τις ώρες

Είμαι αόρατος και παρακολουθώ

Μαζεύω καρύδια

Κάθε ένα που ρίχνω στο καλάθι μου και μια μετάνοια

Τραγουδώ τη μουσική τους

Και μη νομίζετε πως δεν είμαι αγνός επειδή δεν κρατάω απόχη

Όχι μη το νομίζεται καθόλου

Γιατί αυτοί που δεν είναι αγνοί δεν δύναται να συλλέγουν καθόλου

Ούτε ρόδια ούτε κούμαρα ούτε καρύδια

Αλλά δια της Φύσεως φυσικά απορρίπτονται

Από μια ανατέλλουσσα εποχή

Όπου η Οικουμένη θα ‘ναι το πραγματικό μας σπίτι

Τα φτερά μας θα ‘ναι φως αιθέριο

Κι η επαφή με τη χώμα της γης

-έτσι περίπου όπως γίνονταν και παλιότερα-

Ιερό προσκύνημα ή ερωτοτροπία